Λούξορ

Λούξορ
(αιγυπτ. El Uqsor, διεθν. Luxor). Πόλη (360.503 κάτ. το 1996) της Αιγύπτου και κυβερνείο (επαρχία) της χώρας στην Άνω Αίγυπτο. Η πόλη βρίσκεται στην ανατολική όχθη του Νείλου και είναι χτισμένη, μαζί με τη γειτονική Ελ Καρνάκ, στην τοποθεσία των αρχαίων Θηβών (βλ. λ.), πρωτεύουσας της 2ης Δυναστείας των φαραώ. Απέχει περίπου 670 χλμ. από το Κάιρο. Αποτελεί σημαντική αγορά γεωργικών προϊόντων (βαμβάκι, ζαχαροκάλαμο) και διαθέτει βιομηχανίες υφαντουργίας και ειδών διατροφής. Η πόλη διασχίζεται από τον σιδηρόδρομο Καΐρου-Ασουάν και είναι έδρα αεροδρομίου. Την εποχή της αιγυπτιακής επέκτασης στην Ασία, η πόλη αποτέλεσε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας και έλαβε εκείνη τη μνημειακή όψη που την κατέστησε ένα από τα πιο όμορφα κέντρα της αρχαιότητας. Αφού περιήλθε σε παρακμή υπό τη 18η και τη 19η δυναστεία, υπήρξε έδρα ενός θεοκρατικού κράτους κατά την 20ή δυναστεία, με άρχοντα τον αρχιερέα του Άμμωνα. Αυτός αντικαταστάθηκε στη συνέχεια από τη Θεία Λάτρις του Άμμωνα, που εκπροσωπούσε τον θεό στη Γη. Η πόλη λεηλατήθηκε από τους Ασσύριους το 666 π.Χ. και κατελήφθη από τους Πέρσες το 525 π.Χ. Οι πολλές μαρτυρίες των ιστορικών φάσεων των Θηβών καθιστούν το Λ. και τα περίχωρά του μία από τις πιο ενδιαφέρουσες αρχαιολογικές ζώνες του κόσμου. Η συνοικία της αρχαίας Θήβας (Θήβαι), πόλης της Άνω Αιγύπτου, έχει εξελιχθεί σε μία πόλη με πολλά ξενοδοχεία, καθώς συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό επισκεπτών ετησίως και ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες. ανασκαφές του Λ. Η εκατόμπυλος (όπως αποκαλούσε ο Όμηρος τις Θήβες) αποτελούσε τη δεύτερη πρωτεύουσα της φαραωνικής Αιγύπτου μετά τη Mέμφιδα. Η περιοχή του Λ. αποτελεί σήμερα ένα μεγάλο υπαίθριο αρχαιολογικό μουσείο, στο οποίο κυριαρχεί ο χώρος του Καρνάκ. Ο Γάλλος αρχαιολόγος Σαμπολιόν έγραψε σχετικά: «Ό,τι είδα στη Θήβα, ό,τι θαύμασα με ενθουσιασμό στην αριστερή όχθη του Νείλου, μου φάνηκαν άθλια σε σύγκριση με τα γιγαντιαία αυτά έργα που με περιστοίχισαν στο Καρνάκ. Κανένας αρχαίος λαός και κανένας σύγχρονος δεν συνέλαβε την αρχιτεκτονική τέχνη σε αυτή την υπέρτατη εκδήλωση της, την τόσο μεγαλειώδη, όσο οι αρχαίοι Αιγύπτιοι». Στο πρώτο τετράγωνο βρίσκεται η μεγάλη αυλή των Αιθιόπων και η πύλη του Σεσάνκ καθώς επίσης η κολοσσιαία υπόστυλη αίθουσα που αποδίδεται στον Σέτι (Σέθωσι) Α’ και στον Ραμσή Β’. Ακολουθούν ο οβελίσκος της Χατσεψούτ, το γρανίτινο ιερό, η αίθουσα γιορτών του Τουθμώση Γ’ και η Πύλη της Ανατολής στο βάθος. Στα Ν βρίσκεται η ιερή λίμνη και τα κατάλοιπα του ναού του Όσιρη, μια σειρά από πυλώνες, ο ναός του θεού-γιου Χονσού, τα προπύλαια του Πτολεμαίου του Ευεργέτη και ο ναός του Οπέτ. Μέσα στις χουρμαδιές βρίσκεται ο ναός του Μουτ. Στα Β βρίσκονται τα σαϊτικά παρεκκλήσια, ο ναός του Φθα, ο τοίχος που περιβάλλει τον ναό του Μοντού και η κολοσσιαία του πύλη. Τέλος, στα Δ βρίσκεται η λεωφόρος των κριών και η αποβάθρα στην οποία πλεύριζε η ιερή βάρκα του Άμμωνα. Κοντά στις όχθες του Νείλου βρίσκεται ο ναός του Άμμωνα· ο θεός έμενε, σύμφωνα με την παράδοση, στην περιοχή του σημερινού Καρνάκ, αλλά πήγαινε εκεί μία φορά τον χρόνο για να επισκεφθεί τον ναό που έφερε το όνομά του. Χτίστηκε σε διάφορες εποχές γύρω από έναν πυρήνα που είχε κατασκευαστεί στην περίοδο του Μέσου Βασιλείου. Σχεδόν κάθε ηγεμόνας θέλησε να συμβάλει στην κατασκευή και στη διακόσμηση του ναού, γεγονός που οδήγησε σε μια αύξηση αρκετά ακανόνιστη και ανόργανη, με έναν υπερβολικό πολλαπλασιασμό των δομικών στοιχείων. Ο ναός ανοικοδομήθηκε από τον Aμενχοτέπ Γ’ (ο Αμένοφις των αρχαίων Ελλήνων) και φέρει κολοσσιαίους κίονες σε σχήμα λωτού που του προσδίδουν ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια. Ο Ραμσής Β’ προσέθεσε στον ναό έναν μεγάλο πυλώνα και τον διακόσμησε με δύο οβελίσκους από ρόδινο γρανίτη, από τους οποίους ο ένας βρίσκεται τώρα στην πλατεία Ομονοίας του Παρισιού από το 1836. Στο προαύλιό του υπάρχουν μεγάλα αγάλματα και ένα τζαμί (μεταγενέστερη οικοδομή), στο οποίο έχει ταφεί ο άγιος του ισλαμισμού Αμπού αλ-Χαγκάγκ. Παραμένουν επίσης τα πέντε κολοσσιαία αγάλματα, τα οποία απεικονίζουν τον Μεγάλο Φαραώ και τη γυναίκα του. Στην περιοχή του ναού βρίσκονται επίσης δύο μεγάλες ιερές λίμνες. Αξιοσημείωτο είναι ότι την ημέρα της γιορτής του αγίου οι κάτοικοι περιφέρουν μια βάρκα, όπως ακριβώς έκαναν στην ανάλογη περίπτωση οι πρόγονοί τους κατά τη λατρεία του Άμμωνα. Οι βασιλικές νεκροπόλεις είναι κρυμμένες σε δύο βαθιές κοιλάδες της λιβυκής ορεινής αλυσίδας. Στην απέναντι όχθη του Νείλου βρίσκεται η Κοιλάδα των Βασιλέων, στην οποία τρεις δυναστείες φαραώ κατασκεύασαν τους τάφους τους επάνω στον βράχο, ενώ ακόμη ζούσαν. Η ονομασία αυτή είναι μεταγενέστερη και οφείλεται στους Άραβες. Υπάρχουν εκεί περισσότεροι από 60 τάφοι, με μεγαλύτερους εκείνους του Ραμσή Β’ (Pαμσείον) και του Aμενχοτέπ Γ’· από τον τελευταίο παραμένουν μονάχα οι λεγόμενοι Κολοσσοί του Μέμνωνα. Ο πιο ονομαστός για τα ευρήματά του είναι εκείνος του Τουτανχαμών, διατηρημένος σε εξαίρετη κατάσταση, ενώ διασώζονται επίσης τοιχογραφίες υψηλής τέχνης σε πολλούς ακόμη τάφους. Ιδιαίτερα αξιόλογες είναι εκείνες των τάφων του Τουθμώση Γ’, Χορεμπέμπ, Ραμσή A’, Σέτι A’ και του Ραμσή ΣΤ’, που διακρίνεται από την περίφημη χρυσή αίθουσα. Στην ίδια περιοχή, στην Κοιλάδα των Βασιλισσών, βρίσκονται και οι τάφοι των συζύγων και των παιδιών των φαραώ. Εκεί θα πρέπει να επισκεφθεί κανείς τους τάφους της Nεφερτάρι και της Θίτι. Ο πιο θεαματικός ναός είναι αυτός της Nτέιρ ελ-Mπάχρι, που κατασκευάστηκε από τη βασίλισσα Xατσεπσούτ (1520-1484 π.Χ.)· είναι σκαμμένος ολόκληρος στον βράχο και υψώνεται πάνω σε τρεις διαδοχικές αναβαθμίδες, διακοσμημένες με πυλώνες. Εξαιρετικά λεπτά ανάγλυφα στους τοίχους τιμούν τη βασίλισσα και τους προστάτες της. Οι τοίχοι έχουν απεικονίσεις (ανάγλυφες ή ζωγραφιστές) του ταξιδιού του Ήλιου στο υπερπέραν. Ιδιαίτερη σπουδαιότητα έχουν επίσης οι τάφοι των ευγενών για τις μεγάλες συμβολικές και θρησκευτικές διακοσμήσεις, που μας δείχνουν την κουλτούρα και τις τέχνες των αρχαίων Αιγυπτίων καθώς και την καθημερινή τους ζωή. Για λόγους ασφαλείας, ο ταφικός ναός χτιζόταν χωριστά από τον τάφο. Ήδη, όμως, από τα τέλη του Νέου Βασιλείου παρατηρήθηκαν λεηλασίες. Οι τάφοι ήταν γνωστοί κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους και εξερευνήθηκαν ξανά κατά τη ναπολεόντεια εκστρατεία, για να γίνουν γνωστοί διεθνώς μετά τη σημαντική ανακάλυψη του ανέπαφου τάφου του Tουταγχαμών. Ο φαραώ Νεκτανεβώ Β’ της 30ής και τελευταίας δυναστείας (Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι). Ο περίφημος ναός του Λούξορ, όπως είναι σήμερα. Οι μιναρέδες του τζαμιού, που βρίσκεται στο κέντρο του, είναι μεταγενέστερες. Ο Ραμσής Γ’, σε τοιχογραφία μεγάλου τάφου της Κοιλάδας των Βασιλισσών στο Λούξορ. Τελευταίος μεγάλος Αιγύπτιος φαραώ, προσπάθησε να συναγωνιστεί τον προκάτοχό του, Ραμσή Β’, τον οποίο θέλησε να μιμηθεί σε όλα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Θήβαι — I Αρχαία πόλη της Αιγύπτου, στη θέση της σημερινής πόλης Λούξορ, η οποία είναι ιδιαίτερα πλούσια, κυρίως στα περίχωρά της, σε αρχαιολογικά ευρήματα εξαιρετικής αξίας. H πόλη, που ονομαζόταν από τους Έλληνες και Διόσπολις, άρχισε να ακμάζει κατά… …   Dictionary of Greek

  • Ραμσής — Όνομα 11 και κατ’ άλλους 13 Αιγύπτιων φαραώ της 19ης και 20ής δυναστείας. Οι σπουδαιότεροι είναι: 1. Ρ. A’ (περίπου 1318 1317 π.Χ.). Ιδρυτής της 19ης δυναστείας. 2. Ρ. B’ (περίπου 1298 1232 π.Χ.). Γιος του Σέτι A’, υπήρξε ο πρώτος μεγάλος… …   Dictionary of Greek

  • Νάος — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • Νέφθυς — Αιγυπτιακή θεότητα κατά την αρχαιότητα. Ήταν κόρη του Σεβ (Γη) και της Νουτ (Ουρανού), σύζυγος του Σετ, από τον οποίο γέννησε τον Άνουβη, και αδελφή του Όσιρη και της Ίσιδας. Στον περίφημο μύθο του Όσιρη, ο οποίος κατατεμαχίστηκε από τον Σετ, η Ν …   Dictionary of Greek

  • Σφίγγα — Η Σφιγξ των αρχαίων Ελλήνων. Μυθολογικό τέρας της Βοιωτίας με πρόσωπο ή και στήθος γυναίκας, σώμα λιονταριού, φτερά όρνιθας και ουρά φιδιού. Η Σ. ήταν κόρη της Έχιδνας και του Τυφώνα ή του Όρθρου. Κατά τον Ησίοδο, η Σ. ονομαζόταν Φιξ και ήταν… …   Dictionary of Greek

  • αιγυπτιολογία — Η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού. Στις αρχές της Αναγέννησης, οι γνώσεις για τον αιγυπτιακό πολιτισμό προέρχονταν αποκλειστικά σχεδόν από τα έργα των Ελλήνων κλασικών Ηρόδοτου, Διόδωρου Σικελιώτη, Στράβωνα …   Dictionary of Greek

  • αρίθμηση — Η παράσταση των φυσικών αριθμών (δηλαδή των θετικών ακεραίων) με ένα κατάλληλο σύστημα, το οποίο να χρειάζεται έναν περιορισμένο αριθμό συμβόλων. Συνεπώς το πρόβλημα της α. μπορεί να τεθεί ως εξής: «να παρασταθεί ένας οποιοσδήποτε φυσικός αριθμός …   Dictionary of Greek

  • γεωργία — Τεχνική με την οποία καλλιεργούμε φυτά διατροφής και βιομηχανικά, χρήσιμα στον άνθρωπο, αλλά και ζωοτροφές για την κτηνοτροφία. Η γ. αποτελεί τμήμα της γεωπονίας, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνο τις δραστηριότητες των γεωργών, αλλά και τις… …   Dictionary of Greek

  • επιγραφή — Λέξεις ή φράσεις χαραγμένες, γραμμένες, ζωγραφισμένες ή τυπωμένες σε ποικίλα υλικά. Οι αρχαίοι πολιτισμοί άφησαν πολυάριθμες ε. δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα: συνθήκες, ψηφίσματα, απογραφές, καταχωρήσεις πωλήσεων, λογαριασμούς, αναθηματικές ε.,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”